Ο ρόλος αυτός περιγράφεται στο Ταμείο Ανάκαμψης και έχει «τη βασική συναίνεση όλων των αστικών κομμάτων, ανεξάρτητα από το ποια κυβέρνηση το συντάσσει ή το υλοποιεί», υπογράμμισε.
Εξήγησε πως αυτή η «ανάκαμψη» περιλαμβάνει προαπαιτούμενα για τη ροή της χρηματοδότησης, ανάμεσά τους η ένταση των πλειστηριασμών και των απειλών για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων, οι μεταρρυθμίσεις στην υγεία που προσθέτουν συνέχεια εμπόδια στην πρόσβαση του λαού σε δωρεάν υπηρεσίες περίθαλψης, η παραπέρα εμπορευματοποίηση της ενέργειας και η ιδιωτικοποίηση του νερού, οι αντεργατικοί νόμοι για την καθήλωση των μισθών και για τον περιορισμό του δικαιώματος της απεργίας.
Αυτή η «ανάκαμψη» εντείνει τη φοροεπιδρομή στο λαό και την φοροαφαίμαξη των λαϊκών νοικοκυριών με τα «πράσινα» και κάθε είδους χαράτσια, δίνει ελάχιστα και αποσπασματικά έργα για την αντιπλημυρική, αντισεισμική, αντιπυρική προστασία του λαού μας, αλλά την ίδια στιγμή δίνει πακτωλό χρημάτων για την «πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση», με κριτήριο την αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων, συμπλήρωσε.
«Πρόκειται φυσικά για μια ανάκαμψη και μια ανάπτυξη καπιταλιστική, η οποία κύριο και πρωταρχικό της μέλημα έχει την ανάπτυξη της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων και για αυτό ακριβώς αρνείται τη βελτίωση της ζωής του λαού μας», σημείωσε. Έφερε ως παράδειγμα το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, όπου η Ελλάδα προορίζεται για εξαγωγέας ενέργειας, αλλά αυτό το σχέδιο «ούτε εκφράζει, ούτε εγγυάται την ανάγκη του λαού μας για φθηνό ρεύμα».
«Εντέλει, αυτός ο σχεδιασμός στον οποίο συμμετέχουν και οι περιφέρειες, δεν είναι win-win για το λαό και το κεφάλαιο», ανέφερε, επικαλούμενος το παράδειγμα της Αλεξανδρούπολης που γίνεται το συνέδριο, καθώς «η ζωή καθημερινά αποδεικνύει ότι οι μόνοι που έχουν λόγο να πανηγυρίζουν για τη μετατροπή της Αλεξανδρούπολης σε ενεργειακό και στρατιωτικό κόμβο, είναι οι όμιλοι της ενέργειας και τα επιτελεία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ».
Ως προς το αίτημα των περιφερειακών αρχών να αυξηθούν οι αρμοδιότητες, υπογράμμισε πως μια τέτοια συζήτηση που δεν αμφισβητεί το μοντέλο ανάπτυξης λειτουργεί αποπροσανατολιστικά.
«Η δική μας αντίληψη για τις δομές διοίκησης σε κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο βασίζεται σε έναν εντελώς διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης υπέρ της πλειοψηφίας του λαού, ο οποίος θεμελιώνεται στην εργατική εξουσία, στην κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, στον κεντρικό, περιφερειακό σχεδιασμό, και έχει ως κριτήριο και κίνητρο αποκλειστικό την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών», υπογράμμισε.