***
Είναι γεγονός ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ
στην επιστολή της προς το ΚΚΕ και το ΣΥΡΙΖΑ για συνεργασία των
αριστερών δυνάμεων, που δημοσίευσε το «ΠΡΙΝ» στις 11 Μάρτη 2012, έβαζε
το ζήτημα ως εξής: «Οι πολιτικοί "άξονες" για την κοινή αριστερή και
αγωνιστική δράση που προτείνει σε ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, στην ανατρεπτική Αριστερά
και σε όλα τα αγωνιζόμενα ρεύματα και δυνάμεις, είναι οι παρακάτω:
Ανατροπή των μνημονίων, των κυβερνήσεων του κεφαλαίου, της ΕΕ και του
ΔΝΤ. Παύση πληρωμών προς τους πιστωτές, μη αναγνώριση και διαγραφή του
χρέους. Εθνικοποίηση - κρατικοποίηση όλων των τραπεζών και των μεγάλων,
στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων, χωρίς αποζημίωση, με εργατικό και
λαϊκό έλεγχο. Εξοδος από το ευρώ, την ΟΝΕ και την ΕΕ. Ριζική μείωση του
χρόνου εργασίας, σταθερή εργασία με αυξήσεις σε μισθούς, συντάξεις,
εισόδημα εργαζομένων και λαού σε βάρος των κερδών του κεφαλαίου».
Προτείνοντας τη συγκρότηση «ενός αγωνιστικού μετώπου ρήξης και ανατροπής
της αντιδραστικής επίθεσης του κεφαλαίου, της ΕΕ, του ΔΝΤ και των
κυβερνήσεών τους». Αυτό το πρόγραμμα θεωρεί ότι μπορεί να εφαρμόσει μια
κυβέρνηση στα πλαίσια του καπιταλισμού, με άθικτη την ιδιοκτησία του
κεφαλαίου. Ετσι, όμως, καλείς την εργατική τάξη, το λαό, με την ψήφο, να
αναδείξουν μια κυβέρνηση που θα θεωρούν ότι είναι φιλολαϊκή, με την
αυταπάτη ότι θα μπορεί να εφαρμόζει πολιτική ενάντια στα κέρδη του
κεφαλαίου, άρα υπονόμευσής του, αλλά αντικειμενικά δε θα μπορεί να το
κάνει, χωρίς την εξουσία και την οικονομία στα χέρια των εργαζομένων.
Δεν μπορεί να πάει κόντρα στο κεφάλαιο που υπάρχει και δρα με κίνητρο το
κέρδος. Είναι νόμος. Στην ανειρήνευτη ταξική αντίθεση «καπιταλιστές -
εργατική τάξη», «μονοπώλια - λαός», η λύση υπέρ της μιας ή της άλλης
τάξης σημαίνει σύγκρουση.
***
ΝΑΡ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ μιλούν
για την αναγκαιότητα προβολής του ζητήματος της κυβέρνησης σε αστικές
συνθήκες και της κατάκτησής της ως μια «στιγμή» στη μεταβατική
διαδικασία για την επανάσταση, για την εργατική εξουσία. Είναι λογική
που, όπως λένε, υποτάσσει τη στρατηγική στην εξυπηρέτηση της
συγκέντρωσης δυνάμεων για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, αλλά είναι
καραμπινάτος ρεφορμισμός, αφού καλούν την εργατική τάξη να επιλέξει
κυβέρνηση διαχείρισης του καπιταλισμού, δηλαδή συγκέντρωση δυνάμεων σε
κυβέρνηση στα πλαίσια του καπιταλισμού. Αυτό απαντά και στην άποψη που
λέει ότι ναι μεν η εποχή είναι εποχή του ιμπεριαλισμού, του ανώτατου
σταδίου του καπιταλισμού, ναι μεν δεν υπάρχει ενδιάμεσος
κοινωνικοοικονομικός σχηματισμός, αλλά άλλο το αντικειμενικό στοιχείο με
βάση το χαρακτήρα της εποχής, άλλο η πολιτική που θα ωριμάζει τον
υποκειμενικό παράγοντα, δηλαδή τη συνείδηση της εργατικής τάξης και των
συμμάχων της για την ανατροπή του καπιταλισμού. Και εδώ το ζήτημα της
κυβέρνησης, λένε, είναι κρίκος. Αλλά είναι κρίκος ενίσχυσης του
κυβερνητισμού και των αυταπατών ότι με κοινοβουλευτική διαδικασία μπορεί
να γίνονται ρήξεις μέσα στον καπιταλισμό και μέσω αυτής της διαδικασίας
στην πορεία να αφαιρεθούν η ιδιοκτησία και η εξουσία από τα μονοπώλια.
Αντικειμενικά αυτός ο κρίκος είναι κρίκος υποβιβασμού της ταξικής
συνείδησης και κατά συνέπεια ταξικής πάλης στο μέτρο και στο επίπεδο
διατήρησης του συστήματος.